Από τις πρώτες στιγμές της ζωής του το παιδί επικοινωνεί με τους γονείς και τους φροντιστές του για να καλύψει τις ανάγκες του ή για να ανταποκριθεί στις επικοινωνιακές προσκλήσεις τους. Κλαίει για να δηλώσει ότι πεινάει και ανταποκρίνεται προσπαθώντας να ανακαθίσει, όταν η μαμά απλώνει τα χέρια της για να το πάρει στην αγκαλιά της. Μικροί και μεγάλοι επικοινωνούμε με πρόθεση και οι προθέσεις αυτές από τα βρέφη γνωστοποιούνται στο συνομιλητή με μη λεκτικούς τρόπους: το βλέμμα, την κίνηση, το κλάμα. Σταδιακά οι μη λεκτικοί τρόποι υποστηρίζονται από λέξεις. Λέξεις που με την πάροδο του χρόνου και την ανάπτυξη του γλωσσικού συστήματος και της ομιλίας μοιάζουν περισσότερο με τις λέξεις των ενηλίκων και συνδυάζονται για να φτιάξουν προτάσεις. Το «ντε» (αλογάκι) γίνεται «ντε μα» που, κατά τη διάρκεια του φαγητού, μπορεί να σημαίνει «δώσε στο αλογάκι να φάει κι αυτό ντομάτα».
Από την πρόθεση στη λέξη
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Το παιδί με τη γέννησή του αρχίζει να επικοινωνεί μη λεκτικά αλλά με πρόθεση με το περιβάλλον του. Οι γονείς ανταποκρινόμενοι λεκτικά, μιλώντας στο παιδί, ενεργοποιούν έναν εγγενή μηχανισμό γλωσσικής ανάπτυξης, τη μοναδική ικανότητα του ανθρώπινου είδους να αναπτύσσει λόγο. Ο λόγος αναπτύσσεται κατ’ αρχήν εσωτερικά και στη συνέχεια εξωτερικεύεται με την ομιλία. Πρώτα το παιδί αναπτύσσει τη έννοια «ντομάτα», πρώτα την κατανοεί και ανταποκρίνεται όταν ο μπαμπάς του λέει «δώσε μου τη ντομάτα» και μετά τη χρησιμοποιεί το ίδιο. Επειδή το γλωσσικό σύστημα είναι σε εξέλιξη το παιδί λέει τις λέξεις στην αρχή απλοποιώντας τες με συγκεκριμένους μηχανισμούς. Για παράδειγμα, στην αρχή τη λέξη «ντομάτα» τη λέει «μά» κρατώντας τη συλλαβή που τονίζεται και «ακούγεται» περισσότερο. Στη συνέχεια τη λέει «τάτα», βάζει δύο συλλαβές αλλά χρησιμοποιεί το ίδιο σύμφωνο και στις δύο γιατί είναι ευκολότερο να πει δύο ίδια σύμφωνα, «τάτα» αντί «μάτα»). Μετά τα 2,5 έτη η ανάπτυξη του γλωσσικού συστήματος υποστηρίζει λέξεις με τρείς συλλαβές οπότε η «ντομάτα» μπορεί να γίνει «μαμάτα» και τελικά «ντομάτα».
Πότε πρέπει να ανησυχήσω
Από πολύ νωρίς το μωρό σας θα πρέπει να αντιδρά σε ήχους και στη συνέχεια να ανταποκρίνεται στις προτροπές σας. Αν το κάνει σημαίνει ότι ακούει και η ακοή είναι από τα πρώτα πράγματα που ελέγχουμε αν το παιδί καθυστερεί να αναπτύξει ομιλία. Το παιδί αναπτύσσει λόγο επειδή ακούει λόγο και η μειωμένη ακοή μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την εξέλιξή του.
Ανησυχία θα πρέπει να προκαλέσει και ο ιδιότυπος τρόπος που το παιδί μπορεί να εμπλέκεται στην επικοινωνία. Μπορεί να κάνει στερεοτυπικές, μονότονες και επαναλαμβανόμενες κινήσεις του σώματος, των άκρων ή του κεφαλιού. Να αποφεύγει βλεμματική επαφή με πρόσωπα ή αντικείμενα. Το παιχνίδι του να είναι μηχανικό χωρίς συμβολισμό. Να ασχολείται με ιδιόρρυθμο τρόπο με τα αντικείμενα και τα παιχνίδια του και έχει εμμονές. Να επαναλαμβάνει μηχανιστικά λέξεις που ακούει ακόμα και δύσκολες ή να μιμείται μηχανιστικά κινήσεις.
Η ανάπτυξη εσωτερικού λόγου, όπως προαναφέραμε, προηγείται της ομιλίας. Ένδειξη ότι το παιδί αναπτύσσει εσωτερικό λόγο είναι το να ανταποκρίνεται κατάλληλα στις εντολές και τις υποδείξεις. Δείχνει ή σας δίνει καθημερινά αντικείμενα όταν του τα ζητάτε. Ένδειξη επίσης είναι το να κάνει συμβολικό παιχνίδι. Να δημιουργεί δηλαδή σχέσεις με τα αντικείμενα στο παιχνίδι του με φαντασία και με τρόπο που αναπαριστούν την πραγματικότητα. Να καθίζει, για παράδειγμα, την κούκλα του στην καρέκλα και να την ταΐζει.
Μέχρι τα 2 έτη το παιδί θα πρέπει να κάνει προτάσεις με 2-3 λέξεις. Οι λέξεις που έχουν πάνω από δύο συλλαβές μπορεί να μειώνονται σε δισύλλαβες και κάποια σύμφωνα μπορεί να αντικαθίστανται. Παρά την ανώριμη απόδοσή τους, οι λέξεις σχετίζονται την κανονική λέξη. Ανησυχία δεν προκαλεί σε αυτή την ηλικία το να λέει ένα παιδί τις λέξεις ανώριμα αλλά το να μην αλλάζει αυτές τις ανώριμες αποδόσεις με την πάροδο του χρόνου όπως και το να μην προσθέτει νέες λέξεις και συνθετότερες προτάσεις στο λόγο του.
Κάποια παιδιά αντιδρούν έντονα όταν οι άλλοι δεν τα καταλαβαίνουν επειδή δεν μιλούν καθαρά. Οι αντιδράσεις αυτές μπορεί να είναι αντιδράσεις θυμού αλλά και απόσυρση από την επικοινωνία, μιλούν λίγο ή καθόλου ή μόνο δείχνουν. Τέτοιες αντιδράσεις μας ανησυχούν γιατί ενεργοποιούν αρνητικά συναισθήματα και στάσεις που αποτρέπουν το παιδί να εξελίξει τον λόγο του χρησιμοποιώντας τον.
Κάποια παιδιά δυσκολεύονται να μάθουν πράγματα καθημερινής ρουτίνας, ακόμα και μετά από πολλές προσπάθειες, ή δεν διατηρούν και δεν γενικεύουν αυτό που μαθαίνουν. Κάποια παιδιά επίσης, δεν έχουν το απαραίτητο επίπεδο συγκέντρωσης για να κάτσουν να παίξουν με τον γονιό σε οργανωμένο παιχνίδι για λίγα λεπτά. Αν αυτά συμβαίνουν, θα πρέπει ίσως να διερευνηθεί η σχέση τους με την καθυστέρηση στην εξέλιξη της ομιλίας.
Πότε πρέπει να απευθυνθώ στο λογοθεραπευτή;
Η κλινική εμπειρία δείχνει ότι όταν ο γονιός ανησυχεί για το παιδί του, έχει δίκιο και ανησυχεί. Εάν διαβάζοντας τα παραπάνω σας δημιουργήθηκε ή επιβεβαιώθηκε η ανησυχία σας για την εξέλιξη του λόγου και της ομιλίας του παιδιού σας, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε άμεσα με τον ειδικό λογοθεραπευτή. Θα διερευνήσει τι μπορεί να συμβαίνει και θα σας αναλύσει με ακρίβεια την πιθανή δυσκολία του παιδιού σας ή θα άρει τις ανησυχίες σας.
Γιώργος Φούρλας
Εξειδικευμένος λογοθεραπευτής τραυλισμού Διευθυντής Κέντρου Έρευνας και Θεραπείας Τραυλισμού www.travlismos.gr |